- ζουζούνισμα
- bourdonnement
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
ζουζούνισμα — το [ζουζουνίζω] το αποτέλεσμα τού ζουζουνίζω, ο ήχος «ζζζ...» που παράγεται από μερικά έντομα, το βούισμα, ο βόμβος εντόμων … Dictionary of Greek
ζουζούνισμα — το, ατος βούισμα, βουητό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ζιζίνισμα — το [ζιζινίζω] ζουζούνισμα, σιγοτραγούδημα … Dictionary of Greek
ζουζούρισμα — το [ζουζουρίζω] βλ. ζουζούνισμα … Dictionary of Greek